Η τελευταία κόρνα της γραμματείας, στιβαρή και διαπεραστική, διέκοψε με
αποφασιστικότητα τη συνέχεια του χρόνου. Για μια στιγμή, κραυγές, ψίθυροι αλλά
και η ίδια η σιωπή, βρέθηκαν μετέωρες στο κενό που δημιουργήθηκε. Όταν θα
νιώθαμε πάλι το χρόνο να κυλάει, τα όνειρα αλλά και οι φόβοι θα είχαν γίνει
πραγματικότητα και ο νέος Ισπανός βασιλιάς, πιο όμορφος από ποτέ θα καθότανε στον ολόφωτο θρόνο του.
Είναι βράδυ λοιπόν σε μια μικρή πόλη της Βόρειας Γαλλίας, που άλλωστε
γνωρίζει καλά από βασιλιάδες, όταν τον βλέπω να κάθεται σε ένα τραπέζι στην
άκρη μιας μικρής πλατείας. Τον θυμάμαι πάντα βλοσυρό, άλλωστε έχω ακόμα την
εικόνα του στο μυαλό μου, όταν λίγες ώρες νωρίτερα τον είδα να μπαίνει πρώτος
στο γήπεδο και να ακολουθεί ξοπίσω του όλη η αποστολή. Σε μια στιγμή
μπερδεύτηκα, ο χρόνος πήγε 29 χρόνια πίσω, όταν οι Σοβιετικοί, κρατώντας τον
καλύτερο τους εαυτό για το τελευταίο λεπτό, λυγίζανε τα γεμάτα ταλέντο, αλλά
αμούστακα σχεδόν, παιδιά της Γιουγκοσλαβίας. Τα δάκρυα των Γιουγκοσλάβων διαδέχτηκε
η αμηχανία των Αμερικάνων στη Σεούλ, το ’88. Και αυτοί στο καναβάτσο, παρών ο
Αρβίντας και εκεί.
Δε χρειαζόταν άλλα διαπιστευτήρια για την αξία του, οι πόρτες του μαγικού
κόσμου του NBA είχαν ανοίξει διάπλατα και τον
περιμένανε, το Σοβιετικό καθεστώς όμως δεν ήθελε ούτε να το συζητήσει. Τελικά
πέρασε τον Ατλαντικό λίγα χρόνια αργότερα, και έμαθε όλος ο κόσμος πως χωράνε 220 cm στο κορμί ενός playmaker. Και ας ήταν ήδη
από χρόνια που το κορμί αυτό φαινόταν μερικές φορές να λυγίζει, να αγκομαχάει προσπαθώντας
να υποτάξει την πίεση του ταλέντου που έκρυβε μέσα του. Όταν ο Αρβίντας
ξαναπέρασε τον Ατλαντικό, είχε αρχίσει πλέον να πλέκεται ο μύθος ενός από τους
μεγαλύτερους παίκτες όλων των εποχών.
Είναι βράδυ λοιπόν, και τα φώτα του γηπέδου έχουν σβήσει. Μπορεί να έχουμε
νέο βασιλιά, όμως το πανηγύρι κράτησε λίγο, ή γίνεται κάπου μακριά από τα φώτα
της πόλης. Είναι βράδυ και σε μια μικρή
πλατεία, οι κουβέντες των θαμώνων διακόπτονται όταν από δίπλα τους θα περάσει
ολόκληρη η αποστολή της εθνικής Λιθουανίας, με την αύρα του νικητή, του δικού
της βασιλιά. Παρατηρώ το βλέμμα του, σταθερό, σοβαρό, δεν νομίζω να τον
απασχολεί ιδιαίτερα η σημερινή ήττα.
Λίγο αργότερα θα τον ξαναδώ, να κάθεται στην άκρη της πλατείας, να συζητάει
και να καπνίζει την πίπα του. Θα τον πλησιάσω διστακτικά, «έρχομαι από την
Ελλάδα θα του πω, θα ήθελες να βγάλουμε μια φωτογραφία?» Είναι τότε που θα δω
για πρώτη φορά το χαμόγελο του, «Φυσικά, από εκεί που είναι όλα μπλε» θα ακούσω
τη φωνή του πριν με αγκαλιάσει στοργικά.
Είναι βράδυ λοιπόν, σε μια μικρή πόλη της Βόρειας Γαλλίας. Νιώθω ότι η
πλατεία έχει γεμίσει με βαρκούλες, τα φωτάκια τους λαμπυρίζουν στο πλακόστρωτο,
αντανακλώνται στον ουρανό. Είναι καλοκαίρι στη Λιλ, και οι καρδιές μας ζεστές.
Α ρε Αρβίντας σκέφτομαι καθώς απομακρύνομαι, ευτυχώς που έλειπες το ’87, και
αυτό το μπλε μας έγινε λίγο πιο λαμπερό ακόμα!
By G.
PS. Προσεχώς και η φωτό :-)